Vulgární στα ελληνικά
Μετάφραση: vulgární, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χονδροειδής, χαμηλός, ακατέργαστος, ωμός, βάναυσος, πρόστυχος, χυδαίος, χυδαίο, χυδαία, χυδαίες, χυδαίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fiskální στα ελληνικά - δημοσιονομικός, δημοσιονομική, δημοσιονομικής, φορολογικών, φορολογικής
- nesmírnost στα ελληνικά - αχανές, απεραντοσύνη, απεραντοσύνης, την απεραντοσύνη, τεράστιου
- notný στα ελληνικά - καλός, αγαθός, δεξιά, δεξιό, δεξιάς, δεξιού, δεξιόχειρη
- ospravedlnit στα ελληνικά - άφεση, εκροή, αθωώνω, δικαιολογία, εκπυρσοκρότηση, απολύω, αφορμή, ...
Τυχαίες λέξεις
Vulgární στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χονδροειδής, χαμηλός, ακατέργαστος, ωμός, βάναυσος, πρόστυχος, χυδαίος, χυδαίο, χυδαία, χυδαίες, χυδαίας
Μεταφράσεις: χονδροειδής, χαμηλός, ακατέργαστος, ωμός, βάναυσος, πρόστυχος, χυδαίος, χυδαίο, χυδαία, χυδαίες, χυδαίας