Vyškrtat στα ελληνικά
Μετάφραση: vyškrtat, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακυρώνω, διαγράφω, εξαλείφω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antropoidní στα ελληνικά - ανθρωποειδής, ανθρωποειδείς, ανθρωποειδών, ανθρωποειδή, ανθρωποειδές
- desátník στα ελληνικά - δεκανέας, σωματική, σωματικής, της σωματικής, η σωματική
- hrnčířství στα ελληνικά - αγγειοπλαστική, κεραμικά, κεραμική, κεραμικής, αγγειοπλαστικής
- neoprávněný στα ελληνικά - μη εξουσιοδοτημένη, μη εξουσιοδοτημένης, άνευ αδείας, μη εξουσιοδοτημένα, μη εξουσιοδοτημένων
Τυχαίες λέξεις
Vyškrtat στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακυρώνω, διαγράφω, εξαλείφω
Μεταφράσεις: ακυρώνω, διαγράφω, εξαλείφω