Vynalezení στα ελληνικά

Μετάφραση: vynalezení, Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
τσεχικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεύρεση, σύλληψη, εφευρίσκοντας, επινόηση, διαπλάσουμε, να διαπλάσουμε, διαπλάσουμε το
Vynalezení στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • komplikovat στα ελληνικά - μπλέκω, εμπλέκομαι, περιλαμβάνω, περιπλέκω, εμπλέκω, περιπλέκουν, περιπλέξουν, ...
  • leknutí στα ελληνικά - εκφοβίζω, συναγερμός, φόβος, τρομάζω, τρόμος, σκιάχτρο, τρομάρα, ...
  • lira στα ελληνικά - λιρέτα, λίρα, Lira, λίρας, λίρες, λιρέτας
  • měšťanstvo στα ελληνικά - κοινά, Commons, Κοινοτήτων, κοινών, τα κοινά
Τυχαίες λέξεις
Vynalezení στα ελληνικά - Λεξικό: τσεχικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεύρεση, σύλληψη, εφευρίσκοντας, επινόηση, διαπλάσουμε, να διαπλάσουμε, διαπλάσουμε το