Öljytä στα ελληνικά
Μετάφραση: öljytä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιπαντικό, γράσο, λάδι, πετρέλαιο, έλαιο, πετρελαίου, ελαίου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alla στα ελληνικά - παρακάτω, κάτω, κάτω από, κατωτέρω, πιο κάτω
- lahjoa στα ελληνικά - ξεμαυλίζω, αλλοιώνω, λουφές, αγοράζω, εκμαυλίζω, διαφθείρω, δωροδοκία, ...
- maatila στα ελληνικά - σπίτι, κτήση, ακίνητο, κυριαρχία, προσγειώνομαι, αρμοδιότητα, περιοχή, ...
- mauste στα ελληνικά - καρυκεύω, άρτυμα, καρύκευμα, μπαχαρικό, μπαχαρικών, μπαχαρικά, καρυκευμάτων
Τυχαίες λέξεις
Öljytä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιπαντικό, γράσο, λάδι, πετρέλαιο, έλαιο, πετρελαίου, ελαίου
Μεταφράσεις: λιπαντικό, γράσο, λάδι, πετρέλαιο, έλαιο, πετρελαίου, ελαίου