Asiakkaat στα ελληνικά
Μετάφραση: asiakkaat, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πατρονάρισμα, δουλειά, προστασία, υπόθεση, επιχείρηση, δουλειές, πελάτες, πελατών, τους πελάτες, οι πελάτες, των πελατών
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- asiakirjallinen στα ελληνικά - ντοκιμαντέρ, εκδίδει έγγραφη, εκδώσει έγγραφη, εκδώσει γραπτή, διατυπώνει έγγραφη, έκδοση γραπτής
- asiakirjat στα ελληνικά - πράξη, τεκμηρίωση, τεκμηρίωσης, έγγραφα, φάκελο, εγγράφων
- asiallinen στα ελληνικά - λιγομίλητος, λιγόλογος, εχέμυθος, κρυψίνους, επιφυλακτικός, κρατημένος, μεθοδικός, ...
- asiallisuus στα ελληνικά - matter-of, αυτονόητες, αυτονόητες στο εξωτερικό, αυτονόητες στο εξωτερικό αλλά, αυτονόητες στο
Τυχαίες λέξεις
Asiakkaat στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πατρονάρισμα, δουλειά, προστασία, υπόθεση, επιχείρηση, δουλειές, πελάτες, πελατών, τους πελάτες, οι πελάτες, των πελατών
Μεταφράσεις: πατρονάρισμα, δουλειά, προστασία, υπόθεση, επιχείρηση, δουλειές, πελάτες, πελατών, τους πελάτες, οι πελάτες, των πελατών