Derivaatta στα ελληνικά
Μετάφραση: derivaatta, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παράγωγος, το παράγωγο, το παράγωγο της, η παράγωγος, το παράγωγο του, το παράγωγον
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- demonstraatio στα ελληνικά - επίδειξη, διαδήλωση, επίδειξης, απόδειξη, την επίδειξη
- depressio στα ελληνικά - κατάθλιψη, ύφεση, κατάθλιψης, την κατάθλιψη, της κατάθλιψης, η κατάθλιψη
- derivoida στα ελληνικά - διαφοροποιώ, να διαφοροποιήσει, να διαφοροποιηθούν, να διαφοροποιήσουν, για τη διαφοροποίηση, να διαφοροποιούνται
- despootti στα ελληνικά - δικτάτορας, δεσπότης, δεσπότη, δυνάστης, ο Δεσπότης, δυνάστη
Τυχαίες λέξεις
Derivaatta στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παράγωγος, το παράγωγο, το παράγωγο της, η παράγωγος, το παράγωγο του, το παράγωγον
Μεταφράσεις: παράγωγος, το παράγωγο, το παράγωγο της, η παράγωγος, το παράγωγο του, το παράγωγον