Ehto στα ελληνικά

Μετάφραση: ehto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέριμνα, προμήθεια, τρίμηνο, ρήτρα, όρος, διορία, κατάσταση, πάθηση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης
Ehto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ehta στα ελληνικά - αυθεντικός, γνήσιος, εργοστάσια, εργοστασίων, τα εργοστάσια, εργοστάσιά, εργοστάσια που
  • ehtimiseen στα ελληνικά - πάντοτε, πάντα, συχνά, συνεχώς, ξανά και ξανά, επανειλημμένα, επανειλημμένως
  • ehtoo στα ελληνικά - βράδι, νύχτα, βράδυ, απόγευμα, το βράδυ, βραδιά, βραδινό
  • ehtoollinen στα ελληνικά - ευχαριστία, Ευχαριστίας, Θεία Ευχαριστία, Θείας Ευχαριστίας
Τυχαίες λέξεις
Ehto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέριμνα, προμήθεια, τρίμηνο, ρήτρα, όρος, διορία, κατάσταση, πάθηση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης