Elävä στα ελληνικά
Μετάφραση: elävä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μένω, γοργός, έντονος, εντατικός, ζωηρός, γρήγορος, ζωντανός, γλαφυρός, ζωή, διαβίωσης, καθιστικό, ζωής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elättää στα ελληνικά - κρατώ, ταΐζω, καλλιεργώ, γεννώ, διατείνομαι, υποστηρίζω, εξακολουθώ, ...
- elävyys στα ελληνικά - ισόβιος, ζωή, βίος, πνεύμα, ζωντάνια, τη ζωντάνια, ζωηράδα, ...
- elävänä στα ελληνικά - μένω, ζωντανός, ζωντανή, ζωντανό, ζωή, ζωντανοί
- elää στα ελληνικά - μένω, βρίσκομαι, ζωντανός, ζω, διανύω, υπάρχω, είμαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Elävä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μένω, γοργός, έντονος, εντατικός, ζωηρός, γρήγορος, ζωντανός, γλαφυρός, ζωή, διαβίωσης, καθιστικό, ζωής
Μεταφράσεις: μένω, γοργός, έντονος, εντατικός, ζωηρός, γρήγορος, ζωντανός, γλαφυρός, ζωή, διαβίωσης, καθιστικό, ζωής