Enkelimäinen στα ελληνικά

Μετάφραση: enkelimäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγγελικός, γλυκός, καραμέλα, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές
Enkelimäinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eniten στα ελληνικά - πλέον, πιο, περισσότερες, περισσότερα, τα περισσότερα
  • enkeli στα ελληνικά - άγγελος, αγγέλου, άγγελο, Ο Angel, αγγέλων
  • enkä στα ελληνικά - ούτε, εγώ δεν κάνω, εγώ δεν, δεν μου, δεν το κάνω, δεν το πιστεύω
  • ennakko στα ελληνικά - ανάδειξη, προκαταβολή, πρόοδος, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει
Τυχαίες λέξεις
Enkelimäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγγελικός, γλυκός, καραμέλα, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές