Etäinen στα ελληνικά

Μετάφραση: etäinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απόκεντρος, απόμακρος, ακατάδεχτος, μακριά, ψυχρός, δροσερός, απομακρυσμένος, υπερόπτης, μακρινός, απομακρυσμένο, απομακρυσμένες, απομακρυσμένη, εξ αποστάσεως
Etäinen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • etuus στα ελληνικά - αμοιβή, προτέρημα, επωφελούμαι, ωφέλεια, όφελος, ανταμοιβή, πλεονέκτημα, ...
  • etymologia στα ελληνικά - ετυμολογία, την ετυμολογία, ετυμολογίας, ετοιμολογία, η ετυμολογία
  • etäis- στα ελληνικά - δορυφόρος, μακρινός, απομακρυσμένο, απομακρυσμένες, απομακρυσμένη, εξ αποστάσεως
  • etäisyys στα ελληνικά - απόσταση, απόσταση για, απόσταση με, απόστασης, εξ αποστάσεως
Τυχαίες λέξεις
Etäinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απόκεντρος, απόμακρος, ακατάδεχτος, μακριά, ψυχρός, δροσερός, απομακρυσμένος, υπερόπτης, μακρινός, απομακρυσμένο, απομακρυσμένες, απομακρυσμένη, εξ αποστάσεως