Hakanen στα ελληνικά
Μετάφραση: hakanen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύριος, σφίγγω, συνδετήρας, βασικός, συνδετήρα, στερέωσης, στερεώσεως, προσδετήρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- haka στα ελληνικά - αρπάζω, γάντζος, ιμάντας, πιάνω, πρωταγωνιστής, αστέρι, σφίγγω, ...
- hakamaa στα ελληνικά - δασικές εκτάσεις, δάση, δασικών εκτάσεων, δασικές, δασικές περιοχές
- hakaneula στα ελληνικά - σφίγγω, παραμάνα, περόνη ασφαλείας, περόνης ασφαλείας, πείρος ασφαλείας, καρφίτσα ασφάλειας
- hakata στα ελληνικά - μούρη, κοπανίζω, τσεκούρι, βαρώ, λίβρα, τσεκουριά, λαξεύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Hakanen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύριος, σφίγγω, συνδετήρας, βασικός, συνδετήρα, στερέωσης, στερεώσεως, προσδετήρα
Μεταφράσεις: κύριος, σφίγγω, συνδετήρας, βασικός, συνδετήρα, στερέωσης, στερεώσεως, προσδετήρα