Haukkaus στα ελληνικά
Μετάφραση: haukkaus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τσίμπημα, δαγκώνω, δάγκωμα, το δάγκωμα, δαγκώματος, δαγκώνει, δήγματα
Μεταφράσεις
- haukata στα ελληνικά - δάγκωμα, τσίμπημα, δαγκώνω, τσιμπολόγημα, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, ...
- hauki στα ελληνικά - λούτσος, τούρνα, λούτσο, τούρνας, την τούρνα
- haukku στα ελληνικά - σκύλος, δαγκώνω, τσίμπημα, φλοιός, δάγκωμα, κόλπος, κόλπο, ...
- haukkua στα ελληνικά - κατάχρηση, φλοιός, βρίζω, καταχρώμαι, λοιδορία, φλοιό, φλοιού, ...
Τυχαίες λέξεις
Haukkaus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τσίμπημα, δαγκώνω, δάγκωμα, το δάγκωμα, δαγκώματος, δαγκώνει, δήγματα
Μεταφράσεις: τσίμπημα, δαγκώνω, δάγκωμα, το δάγκωμα, δαγκώματος, δαγκώνει, δήγματα