Käännekohta στα ελληνικά
Μετάφραση: käännekohta, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναστροφή, αντιστροφή, εποχή, σημείο στροφής, σημείο καμπής, καμπή, κρίσιμη καμπή, στροφή
Μεταφράσεις
- käämiä στα ελληνικά - σπείρα, πηνίο, πηνίου, σπείρας, του πηνίου
- käänne στα ελληνικά - καμπή, στρίβω, μανικέτι, πέτο, στροφή, σειρά, καμπυλώνω, ...
- käännetty στα ελληνικά - μεταφραστεί, μεταφράζονται, μεταφρασμένο, μεταφράζεται, μεταφράστηκε
- käännettävä στα ελληνικά - αναστρέψιμη, αναστρέψιμες, αντιστρεπτή, αναστρέψιμο, αναστρέψιμα
Τυχαίες λέξεις
Käännekohta στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναστροφή, αντιστροφή, εποχή, σημείο στροφής, σημείο καμπής, καμπή, κρίσιμη καμπή, στροφή
Μεταφράσεις: αναστροφή, αντιστροφή, εποχή, σημείο στροφής, σημείο καμπής, καμπή, κρίσιμη καμπή, στροφή