Kätevä στα ελληνικά

Μετάφραση: kätevä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρακτικός, βολικός, επιδέξιος, σβέλτος, εύχρηστος, πρόχειρος, εύχρηστο, βολικό, πρακτικό, εύχρηστη
Kätevä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • käsky στα ελληνικά - προσπάθεια, απόπειρα, διατάζω, προστάζω, δήλωση, εντολή, προσταγή, ...
  • käskyvalta στα ελληνικά - διατάζω, προσταγή, εντολή, προστάζω, εντολών, εντολής, διοίκηση, ...
  • kätkeä στα ελληνικά - κρύβω, κρύβομαι, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
  • kätkyt στα ελληνικά - λίκνο, κέλυφος, κούνια, κοιτίδα, Cradle, το Cradle
Τυχαίες λέξεις
Kätevä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρακτικός, βολικός, επιδέξιος, σβέλτος, εύχρηστος, πρόχειρος, εύχρηστο, βολικό, πρακτικό, εύχρηστη