Kapeikko στα ελληνικά
Μετάφραση: kapeikko, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φαράγγι, κηλιδώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, λαγκάδι, λερώνω, στενεύει, στενά, τα στενά, στενούται, καλντερίμι
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kapasiteetti στα ελληνικά - χωρητικότητα, ικανότητα, ικανότητας, χωρητικότητας, δυναμικότητας
- kapea στα ελληνικά - ελαφρύς, θίγω, στενός, μικρός, προσβάλλω, αδυνατίζω, πορθμός, ...
- kapi στα ελληνικά - απεργοσπάστης, ψώρα ζώων, ψώρας, mange, να mange, να ψώρας
- kapillaari στα ελληνικά - τριχοειδής, τριχοειδή, τριχοειδούς, τριχοειδών, τριχοειδές
Τυχαίες λέξεις
Kapeikko στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φαράγγι, κηλιδώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, λαγκάδι, λερώνω, στενεύει, στενά, τα στενά, στενούται, καλντερίμι
Μεταφράσεις: φαράγγι, κηλιδώνω, μαγαρίζω, βεβηλώνω, λαγκάδι, λερώνω, στενεύει, στενά, τα στενά, στενούται, καλντερίμι