Kaupunkilainen στα ελληνικά
Μετάφραση: kaupunkilainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αστός, πολίτης, συμπολίτης, αστού, κάτοικος πόλης και, κάτοικος πόλης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kaupunginvaltuutettu στα ελληνικά - δημοτικός σύμβουλος, δημοτικού συμβούλου, δημοτική σύμβουλος
- kaupunki στα ελληνικά - πόλη, πόλης, της πόλης, την πόλη
- kaupunkilaisuus στα ελληνικά - ευγένεια, αστικότητας, αστικότητα, αβρότητα, η αστικότητα
- kaupustella στα ελληνικά - κλυδωνίζομαι, είμαι γυρολόγος, πλασάρουν, πουλήσουν λιανικώς, πουλήσει λιανικώς, πουλήσει λιανικώς τα
Τυχαίες λέξεις
Kaupunkilainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αστός, πολίτης, συμπολίτης, αστού, κάτοικος πόλης και, κάτοικος πόλης
Μεταφράσεις: αστός, πολίτης, συμπολίτης, αστού, κάτοικος πόλης και, κάτοικος πόλης