Keskeytys στα ελληνικά
Μετάφραση: keskeytys, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάλειμμα, διακοπή, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- keskenään στα ελληνικά - ανάμεσα, μεταξύ τους, μεταξύ τους όσο, εταξύ τους
- keskeyttää στα ελληνικά - διακόπτω, καταστρέφω, διακοπή, διακόψει, διακόπτουν, διακόψετε
- keskiaikainen στα ελληνικά - μεσαιωνικός, μεσαιωνικό, μεσαιωνική, μεσαιωνικά, μεσαιωνικής
- keskiajan στα ελληνικά - μεσαιωνικός, μεσαιωνικό, μεσαιωνική, μεσαιωνικά, μεσαιωνικής
Τυχαίες λέξεις
Keskeytys στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάλειμμα, διακοπή, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της
Μεταφράσεις: διάλειμμα, διακοπή, διακοπής, τη διακοπή, η διακοπή, διακοπή της