Kiviöljy στα ελληνικά

Μετάφραση: kiviöljy, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ωμός, ακατέργαστος, χονδροειδής, λάδι, πετρέλαιο, πετρελαίου, έλαιο, λαδιού
Kiviöljy στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kivistää στα ελληνικά - πόνος, λαχταρώ, πονώ, πόνο, πόνος στο, πόνο στο, άλγος
  • kivivyöry στα ελληνικά - χιονοστιβάδα, πλημμύρα, ροκ, βράχο, βράχος, βράχου, πέτρα
  • kivulias στα ελληνικά - αλγεινός, οδυνηρός, επώδυνος, επώδυνη, οδυνηρή, επώδυνες
  • kivääri στα ελληνικά - τουφέκι, καραμπίνα, όπλο, τυφέκιο, το όπλο, όπλου
Τυχαίες λέξεις
Kiviöljy στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ωμός, ακατέργαστος, χονδροειδής, λάδι, πετρέλαιο, πετρελαίου, έλαιο, λαδιού