Kokeneet στα ελληνικά

Μετάφραση: kokeneet, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ειδικός, εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, έμπειρος, βιώσει, έμπειρους, παρουσίασαν, έμπειρο
Kokeneet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kokelas στα ελληνικά - φιλόδοξος, υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο
  • kokemus στα ελληνικά - αίσθημα, αίσθηση, εμπειρία, πείρα, εμπειρίας, την εμπειρία, εμπειριών
  • kokenut στα ελληνικά - εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, ειδικός, έμπειρος, βιώσει, έμπειρους, παρουσίασαν, ...
  • koki στα ελληνικά - πριονίζω, πριόνι, είδα, έμπειρος, βιώσει, έμπειρους, παρουσίασαν, ...
Τυχαίες λέξεις
Kokeneet στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ειδικός, εμπειρογνώμων, εμπειρογνώμονας, έμπειρος, βιώσει, έμπειρους, παρουσίασαν, έμπειρο