Kondomi στα ελληνικά
Μετάφραση: kondomi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαστιχένιος, ασφαλής, γόμα, ασφάλεια, χρηματοκιβώτιο, προφυλακτικό, προφυλακτικού, προφυλακτικών, το προφυλακτικό, του προφυλακτικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kondensaattori στα ελληνικά - πυκνωτής, συμπυκνωτής, συμπυκνωτή, ψυκτήρα, του συμπυκνωτή, συμπυκνωτήρα
- konditionaali στα ελληνικά - υπό όρους, όρους, αίρεση, εξαρτάται, εξαρτάται από
- kondori στα ελληνικά - κόνδωρ, γυψ, Condor, κόνδορας, κόνδορα
- kone στα ελληνικά - μηχάνημα, μηχανή, μηχανής, μηχανήματος, πλυντήριο
Τυχαίες λέξεις
Kondomi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαστιχένιος, ασφαλής, γόμα, ασφάλεια, χρηματοκιβώτιο, προφυλακτικό, προφυλακτικού, προφυλακτικών, το προφυλακτικό, του προφυλακτικού
Μεταφράσεις: λαστιχένιος, ασφαλής, γόμα, ασφάλεια, χρηματοκιβώτιο, προφυλακτικό, προφυλακτικού, προφυλακτικών, το προφυλακτικό, του προφυλακτικού