Ασφάλεια στα φινλανδικά

Μετάφραση: ασφάλεια, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kondomi, turvatoimet, takaus, vakuus, vakuutus, turvallisuus, turvapaikka, turva, pantti, kate, turvallisuuden, turvallisuutta, turvallisuuteen, turvallisuus-
Ασφάλεια στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ασφάλεια

ασφάλεια πληροφοριακών συστημάτων, ασφάλεια στο διαδίκτυο για παιδιά, ασφάλεια στο διαδίκτυο, ασφάλεια ζωής, ασφάλεια αυτοκινήτου, ασφάλεια λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ασφάλεια στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ασυντρόφευτος στα φινλανδικά - yksittäinen, yksin, ainoa, yksinäinen, eloton, erakko, asyntrofeftos
  • ασυνόδευτος στα φινλανδικά - hoitamaton, osanottajaton, yleisötön, valvomaton, ilman huoltajaa, ilman huoltajaa tulevien, ilman huoltajaa tulevat, ...
  • ασφάλιση στα φινλανδικά - vakuutus, vakuutus-, vakuutuksen, vakuutukset, vakuutusta
  • ασφαλής στα φινλανδικά - kiinnittää, kassakaappi, hankkia, valloittamaton, taata, varma, turvallinen, ...
Τυχαίες λέξεις
Ασφάλεια στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kondomi, turvatoimet, takaus, vakuus, vakuutus, turvallisuus, turvapaikka, turva, pantti, kate, turvallisuuden, turvallisuutta, turvallisuuteen, turvallisuus-