Koukkaus στα ελληνικά

Μετάφραση: koukkaus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοξοδρομώ, φάλτσο
Koukkaus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • koukata στα ελληνικά - αγκιστρώνω, άγκιστρο, γάντζος, αρπάζω, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
  • koukeroinen στα ελληνικά - πολύπλοκος, περίπλοκος, στριμμένος, παραμορφωμένη, squiggly, τις τρεμάμενες, κυματιστή
  • koukku στα ελληνικά - αγκιστρώνω, γάντζος, άγκιστρο, γάντζο, αγκίστρου, γάντζου
  • koulia στα ελληνικά - μόσχευμα, μεταμοσχεύω, μεταμόσχευση, σχολείο, διδάσκω, σχολείου, το σχολείο, ...
Τυχαίες λέξεις
Koukkaus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοξοδρομώ, φάλτσο