Kulkivat στα ελληνικά
Μετάφραση: kulkivat, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προχωρημένος, πέρασε, πέρασαν, περάσει, διέρχεται, περνά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kulkea στα ελληνικά - σαλεύω, σουλατσάρω, γύρος, περιπλανιέμαι, κινώ, πηγαίνω, βήμα, ...
- kulkija στα ελληνικά - πλανόδιος, πλάνης, περιπατητής, καροτσάκι, καρότσι, Καροτσάκι μωρού, καροτσιού
- kulku στα ελληνικά - κείμενο, πρόταση, ταξίδι, εξέλιξη, τρόπος, διάβαση, πρόοδος, ...
- kulkue στα ελληνικά - παρέλαση, πομπή, πομπής, περιφορά, λιτανεία, λιτάνευση
Τυχαίες λέξεις
Kulkivat στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προχωρημένος, πέρασε, πέρασαν, περάσει, διέρχεται, περνά
Μεταφράσεις: προχωρημένος, πέρασε, πέρασαν, περάσει, διέρχεται, περνά