Laitos στα ελληνικά
Μετάφραση: laitos, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεσμός, εγκατάσταση, ίδρυμα, ίδρυση, επιβάλλω, θεσπίζω, ευκολία, εγκατάστασης, διευκόλυνση, διευκόλυνσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- laite στα ελληνικά - συσκευή, ταχύτητα, όργανο, μηχάνημα, άνεση, εργαλείο, τέχνασμα, ...
- laiton στα ελληνικά - φυγάς, παράνομος, παράνομη, παράνομης, παράνομων, παράνομες
- laittaa στα ελληνικά - εκτελώ, συστήνω, μπαίνω, ποζάρω, αποδίδω, εξαναγκάζω, βάζω, ...
- laittaminen στα ελληνικά - τοποθέτηση, τοποθεσία, προσθήκη, καταχώρηση, Κάνοντας, Κάνοντας τη, τη θέση, ...
Τυχαίες λέξεις
Laitos στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεσμός, εγκατάσταση, ίδρυμα, ίδρυση, επιβάλλω, θεσπίζω, ευκολία, εγκατάστασης, διευκόλυνση, διευκόλυνσης
Μεταφράσεις: θεσμός, εγκατάσταση, ίδρυμα, ίδρυση, επιβάλλω, θεσπίζω, ευκολία, εγκατάστασης, διευκόλυνση, διευκόλυνσης