Laki στα ελληνικά

Μετάφραση: laki, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νόμος, καταστατικό, κανόνας, κορυφώνω, βασιλεύω, αποφασίζω, ιθύνω, κώδικας, κορυφή, οικόσημο, κορόνα, κορώνα, θήκη, νομοθεσία, στέμμα, δικαίου, δίκαιο, νόμου
Laki στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lakata στα ελληνικά - βούλα, φώκια, βερνικώνω, παύω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, ...
  • lakea στα ελληνικά - στάθμη, πλατύς, αρκετός, πλάνη, άφθονος, ευρύχωρος, φαρδύς, ...
  • lakialoite στα ελληνικά - λογαριασμός, ράμφος, νομοσχέδιο, λογαριασμό, λογαριασμού, νομοσχεδίου
  • lakiasiakirja στα ελληνικά - ένταλμα, νομικό έγγραφο, νομικό κείμενο, επίσημο έγγραφο, νομικού εγγράφου, νομικό έγγραφο που
Τυχαίες λέξεις
Laki στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νόμος, καταστατικό, κανόνας, κορυφώνω, βασιλεύω, αποφασίζω, ιθύνω, κώδικας, κορυφή, οικόσημο, κορόνα, κορώνα, θήκη, νομοθεσία, στέμμα, δικαίου, δίκαιο, νόμου