Liikeyritys στα ελληνικά

Μετάφραση: liikeyritys, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομήγυρη, εταιρία, παρέα, θίασος, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Liikeyritys στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liiketoiminta στα ελληνικά - επιχείρηση, δουλειές, δουλειά, υπόθεση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, ...
  • liikevaihto στα ελληνικά - τζίρος, κίνηση, κύκλου εργασιών, κύκλο εργασιών, κύκλος εργασιών, του κύκλου εργασιών
  • liikkeellelasku στα ελληνικά - επίπλευσης, επίπλευση, διατάξεις επίπλευσης, επιπλεύσεως, ισοδύναμες διατάξεις επίπλευσης
  • liikkeenjohdollinen στα ελληνικά - διευθυντικός, διευθυντικές, διαχειριστικών, διευθυντικά, διαχειριστικές, διευθυντικού
Τυχαίες λέξεις
Liikeyritys στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομήγυρη, εταιρία, παρέα, θίασος, επιχείρηση, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές