Liitto στα ελληνικά

Μετάφραση: liitto, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνθήκη, σύσκεψη, πρωτάθλημα, συμμαχία, ένωση, συνέδριο, συγκατάθεση, κατηγορία, σωματειακός, συμφωνία, κλίνω, ομοσπονδία, συνασπισμός, ενοποίηση, Ένωσης, της Ένωσης, ΕΕ, ενώσεως
Liitto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liitin στα ελληνικά - πόρπη, συνδετικός, ψαλιδίζω, κουρεύω, συνδετήρας, σύζευξη, σύζευξης, ...
  • liitos στα ελληνικά - άρθρωση, ραφή, διάρθρωση, κοινός, κοψίδι, γόμφος, κοινή, ...
  • liittokansleri στα ελληνικά - καγκελάριος, καγκελάριο, καγκελάριος της, η καγκελάριος
  • liittokunta στα ελληνικά - ομοσπονδία, συμμαχία, Συμμαχίας, Alliance, της Συμμαχίας, τη συμμαχία
Τυχαίες λέξεις
Liitto στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνθήκη, σύσκεψη, πρωτάθλημα, συμμαχία, ένωση, συνέδριο, συγκατάθεση, κατηγορία, σωματειακός, συμφωνία, κλίνω, ομοσπονδία, συνασπισμός, ενοποίηση, Ένωσης, της Ένωσης, ΕΕ, ενώσεως