Ενοποίηση στα φινλανδικά

Μετάφραση: ενοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yhdistyminen, yhdistäminen, liitto, vakauttaminen, vakauttamista, konsolidointi, konsolidoinnin, vakauttamisen
Ενοποίηση στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενοποίηση

ενοποίηση τραπεζών, ενοποίηση συνώνυμο, ενοποίηση ιταλίας, ενοποίηση επικουρικών ταμείων, ενοποίηση ταμείων, ενοποίηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ενοποίηση στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ενοικιάζομαι στα φινλανδικά - antaa, olkoot, olkoon, laskea, sallia, jättää, enoikiazomai
  • ενοικιάζω στα φινλανδικά - halkeama, vuokrata, korko, ottaa, repeämä, vuokra, vuokrattavana, ...
  • ενοποιώ στα φινλανδικά - yhtyä, eheyttää, liittää, yhdistyä, yhdentyä, yhtenäistää, yhdistää, ...
  • ενορία στα φινλανδικά - seurakunta, pitäjä, seurakunnan, kunta, pitäjän, seurakunnassa
Τυχαίες λέξεις
Ενοποίηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: yhdistyminen, yhdistäminen, liitto, vakauttaminen, vakauttamista, konsolidointi, konsolidoinnin, vakauttamisen