Määrätä στα ελληνικά

Μετάφραση: määrätä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιθύνω, πεπρωμένο, υπαγορεύω, κανόνας, προσδιορίζω, προβλέπω, διατάσσω, σκηνοθετώ, αναθέτω, εντολή, καθορίζω, παραγγελία, λέω, ορίζω, προσταγή, επιβάλλω, συνταγογραφήσει, συνταγογραφούν, προδιαγράψει, ορίζουν, προβλέπουν
Määrätä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • määrätietoinen στα ελληνικά - σκόπιμος, σκόπιμη, αποφασιστική, συγκροτημένη, σκόπιμες
  • määrätty στα ελληνικά - υποχρεωτικός, σαφής, οριστικός, επιτακτικός, συνταγογραφείται, προβλέπεται, συνταγογραφηθεί, ...
  • määräys στα ελληνικά - θεσπίζω, ρύθμιση, βασιλεύω, ορθογραφία, προσπάθεια, προσταγή, κανονισμός, ...
  • määräysvalta στα ελληνικά - εξουσία, αρχή, αρχής, αρχές, αρχή που
Τυχαίες λέξεις
Määrätä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιθύνω, πεπρωμένο, υπαγορεύω, κανόνας, προσδιορίζω, προβλέπω, διατάσσω, σκηνοθετώ, αναθέτω, εντολή, καθορίζω, παραγγελία, λέω, ορίζω, προσταγή, επιβάλλω, συνταγογραφήσει, συνταγογραφούν, προδιαγράψει, ορίζουν, προβλέπουν