Maksiimi στα ελληνικά
Μετάφραση: maksiimi, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γνωμικό, απόφθεγμα, Maxim, αξίωμα, Μαξίμ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- maksamaton στα ελληνικά - εκκρεμών, εκκρεμή, εκκρεμούν, εξαιρετική, εκκρεμείς
- maksettava στα ελληνικά - πληρωτέος, καταβάλλεται, πληρωτέα, που καταβάλλονται, πληρωτέο
- maksimaalinen στα ελληνικά - μέγιστη, μέγιστο, μέγιστης, μεγίστη, μέγιστες
- maksimi στα ελληνικά - ανώτατο όριο, μέγιστη, μέγιστο, μέγιστης, μέγιστου
Τυχαίες λέξεις
Maksiimi στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γνωμικό, απόφθεγμα, Maxim, αξίωμα, Μαξίμ
Μεταφράσεις: γνωμικό, απόφθεγμα, Maxim, αξίωμα, Μαξίμ