Γνωμικό στα φινλανδικά

Μετάφραση: γνωμικό, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tokaisu, lausuma, puheenparsi, sananlasku, sanonta, maksiimi, Maxim, elämänohje, Maksim, sanonnan
Γνωμικό στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γνωμικό

γνωμικό αλήθεια, γνωμικό ημέρας, γνωμικό φιλία, γνωμικό για τη φιλία, γνωμικό για την αχαριστία, γνωμικό λεξικό γλώσσας φινλανδικά, γνωμικό στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • γνησιότητα στα φινλανδικά - aitous, aitouden, aitoutta, aitoudesta, autenttisuuden
  • γνωμάτευση στα φινλανδικά - luulo, hallitseva, vaikutus, vaikutelma, tuomioistuimen ratkaisu, välipäätös, tuomio, ...
  • γνωρίζω στα φινλανδικά - tutustuttaa, osata, tunnistaa, tietää, tuntea, esitellä, tiedä, ...
  • γνωριμία στα φινλανδικά - tuttavuus, tuttu, tuttava, tuttavan, acquaintance
Τυχαίες λέξεις
Γνωμικό στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: tokaisu, lausuma, puheenparsi, sananlasku, sanonta, maksiimi, Maxim, elämänohje, Maksim, sanonnan