Mukavuus στα ελληνικά

Μετάφραση: mukavuus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Mukavuus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mukava στα ελληνικά - αξιαγάπητος, διασκέδαση, ευάρεστος, ζεστός, ευχάριστος, φιλόφρων, προσηνής, ...
  • mukavasti στα ελληνικά - όμορφα, ωραία, Εξαιρετική, καλά, πολύ καλά
  • muki στα ελληνικά - φλιτζάνι, μούρη, κούπα, κύπελλο, κυπέλλου, κούπα που, την κούπα
  • mukiloida στα ελληνικά - μελανιάζω, μώλωπας, μελανιά, κακομεταχειρίζομαι, κακομεταχειρίζεται
Τυχαίες λέξεις
Mukavuus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των