Myöhemmin στα ελληνικά

Μετάφραση: myöhemmin, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατόπιν, διαρκώ, μεταγενέστερα, μετά, φτουρώ, τελευταίος, έπειτα, αργότερα, αργότερο, μεταγενέστερη, μεταγενέστερο
Myöhemmin στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • myytti στα ελληνικά - μύθος, μύθο, μύθου, ο μύθος, το μύθο
  • myyttinen στα ελληνικά - θρυλικός, μυθικός, μυθικό, μυθική, μυθικού, μυθικά
  • myöhempi στα ελληνικά - μεταγενέστερος, αργότερα, αργότερο, μεταγενέστερη, μετά, μεταγενέστερο
  • myöhä στα ελληνικά - όψιμος, αποθανών, αργά, αργός, τέλη, τέλη του, τέλη της, ...
Τυχαίες λέξεις
Myöhemmin στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατόπιν, διαρκώ, μεταγενέστερα, μετά, φτουρώ, τελευταίος, έπειτα, αργότερα, αργότερο, μεταγενέστερη, μεταγενέστερο