Näkemyksellinen στα ελληνικά
Μετάφραση: näkemyksellinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διαισθητικός, οραματιστής, όραμα, οραματική, οραματιστή, με όραμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- näkemiin στα ελληνικά - αποχαιρετισμός, αντίο
- näkeminen στα ελληνικά - όραση, θέαμα, όψεως, θέα, όρασης
- näkemys στα ελληνικά - ερμηνεία, άποψη, γνωμάτευση, γνώμη, όραση, όραμα, μετάφραση, ...
- näki στα ελληνικά - είδα, πριονίζω, πριόνι, πριονιού, είδε, αλυσοπρίονο, του πριονιού
Τυχαίες λέξεις
Näkemyksellinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διαισθητικός, οραματιστής, όραμα, οραματική, οραματιστή, με όραμα
Μεταφράσεις: διαισθητικός, οραματιστής, όραμα, οραματική, οραματιστή, με όραμα