Näppäimistö στα ελληνικά
Μετάφραση: näppäimistö, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληκτρολόγιο, πληκτρολογίου, του πληκτρολογίου, το πληκτρολόγιο, πληκτρολόγιό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- näppi στα ελληνικά - δάκτυλο, δακτύλου, την άκρη του δακτύλου, δάκτυλό, άκρη του δακτύλου, το δάκτυλό
- näppäily στα ελληνικά - πληκτρολόγηση, πληκτρολογώντας, δακτυλογράφηση, πληκτρολόγησης, δακτυλογράφησης
- näppäin στα ελληνικά - κουμπί, κλειδί, πλήκτρο, βασικό, βασικά, βασικές
- näppärä στα ελληνικά - χρήσιμος, επιδέξιος, εμπειρογνώμων, προχωρημένος, επιτήδειος, ειδικός, σβέλτος, ...
Τυχαίες λέξεις
Näppäimistö στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληκτρολόγιο, πληκτρολογίου, του πληκτρολογίου, το πληκτρολόγιο, πληκτρολόγιό
Μεταφράσεις: πληκτρολόγιο, πληκτρολογίου, του πληκτρολογίου, το πληκτρολόγιο, πληκτρολόγιό