Nipukka στα ελληνικά
Μετάφραση: nipukka, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αιχμή, ρεγάλο, πουρμπουάρ, ποδοκόπι, άκρο, άκρη, συμβουλή, άκρου, μύτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nipistää στα ελληνικά - τσιμπώ, τσιμπιά, τσίμπημα, το τσίμπημα, tweak, πειράξετε
- nippu στα ελληνικά - πακέτο, τσαμπί, δέσμη, δεσμίδα, δέμα, στουπί, μάτσο, ...
- nirso στα ελληνικά - επιλεκτικός, αψίκορος, ωραίος, μικροπρεπής, ξιπασμένος, εκλεκτικός, επιλεκτικοί, ...
- nirsoilu στα ελληνικά - σχολαστικότητα, fussiness, το fussiness, διάθεσή τους για φασαρία, πολυπραγματοσύνη
Τυχαίες λέξεις
Nipukka στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αιχμή, ρεγάλο, πουρμπουάρ, ποδοκόπι, άκρο, άκρη, συμβουλή, άκρου, μύτη
Μεταφράσεις: αιχμή, ρεγάλο, πουρμπουάρ, ποδοκόπι, άκρο, άκρη, συμβουλή, άκρου, μύτη