Nuorukainen στα ελληνικά
Μετάφραση: nuorukainen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νεαρός, παιδί, νεαρό, νεαρού, ο νεαρός
![Nuorukainen στα ελληνικά Nuorukainen στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-fi-gr-7822.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nuoriso στα ελληνικά - νεότητα, νεαρός, μικρός, νέος, νεολαία, νεολαίας, της νεολαίας, ...
- nuorisorikollinen στα ελληνικά - εγκληματίας, νεανική, νεανικής, ιχθυδίων, παραβατικότητας, ανήλικων
- nuoruus στα ελληνικά - μικρός, νέος, νεότητα, νεαρός, νεολαία, νεολαίας, της νεολαίας, ...
- nuotit στα ελληνικά - μουσική, παρτιτούρες, μουσική φύλλων, τις παρτιτούρες, παρτιτούρα, μουσικής φύλλων
Τυχαίες λέξεις
Nuorukainen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νεαρός, παιδί, νεαρό, νεαρού, ο νεαρός
Μεταφράσεις: νεαρός, παιδί, νεαρό, νεαρού, ο νεαρός