Päärme στα ελληνικά
Μετάφραση: päärme, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ούγια, ρέλι, κράσπεδο, στρίφωμα, ποδόγυρο, hem, στριφώματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pääosin στα ελληνικά - κυρίως, κύριο λόγο, κατά κύριο λόγο, ιδίως
- pääri στα ελληνικά - περιεργάζομαι, όμοιος, ομότιμος, ομότιμων, ομοτίμους, ομότιμη, κοιτάξει, ...
- päärynä στα ελληνικά - αχλάδι, απίδι, αχλαδιού, αχλαδιών, αχλάδια, αχλαδιές
- pääsana στα ελληνικά - λήμμα, λήμματος, τις παραδειγματικές φράσεις, παραδειγματικές φράσεις
Τυχαίες λέξεις
Päärme στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ούγια, ρέλι, κράσπεδο, στρίφωμα, ποδόγυρο, hem, στριφώματος
Μεταφράσεις: ούγια, ρέλι, κράσπεδο, στρίφωμα, ποδόγυρο, hem, στριφώματος