Pakopaikka στα ελληνικά
Μετάφραση: pakopaikka, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταγώγιο, κρησφύγετο, άσυλο, καταφύγιο, ασυλία, υποχωρώ, ησυχαστήριο, λημέρι, οπισθοδρομώ, υποχώρηση, υποχώρησης, κατάλυμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pakollinen στα ελληνικά - δέσιμο, επιτακτικός, αναγκαίος, υποχρεωτικός, δεσμευτικός, προστακτική, υποχρεωτική, ...
- pakonomainen στα ελληνικά - παθολογικός, καταπιεστικός, πιεστικός, ψυχαναγκαστική, καταναγκαστική
- pakotettu στα ελληνικά - αναγκαστική, αναγκάζονται, αναγκάστηκε, αναγκασμένοι, ανάγκασε
- pakottaa στα ελληνικά - εξαναγκάζω, βία, επιβάλλω, δύναμη, εξωθώ, ισχύ, ισχύει, ...
Τυχαίες λέξεις
Pakopaikka στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταγώγιο, κρησφύγετο, άσυλο, καταφύγιο, ασυλία, υποχωρώ, ησυχαστήριο, λημέρι, οπισθοδρομώ, υποχώρηση, υποχώρησης, κατάλυμα
Μεταφράσεις: καταγώγιο, κρησφύγετο, άσυλο, καταφύγιο, ασυλία, υποχωρώ, ησυχαστήριο, λημέρι, οπισθοδρομώ, υποχώρηση, υποχώρησης, κατάλυμα