Palkitseva στα ελληνικά

Μετάφραση: palkitseva, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδοτικός, επιβράβευση, ανταμοιβή, ανταμείβοντας, ικανοποιητική, επιβράβευσης
Palkitseva στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • palkata στα ελληνικά - ενοικίαση, μίσθωση, προσλάβει, προσλαμβάνουν, νοικιάσετε
  • palkinto στα ελληνικά - βραβείο, έπαθλο, κύπελλο, απονέμω, κατακυρώνω, μισθός, τρόπαιο, ...
  • palkka στα ελληνικά - μισθός, αποδοχές, πληρωμή, απολαβές, πληρώνω, ημερομίσθιο, μισθών, ...
  • palkkalisä στα ελληνικά - πριμ, πληρώσουν επιπλέον, καταβάλλουν πρόσθετες, καταβολή πρόσθετων, καταβάλλουν πρόσθετους, καταβάλει συμπληρωματικά
Τυχαίες λέξεις
Palkitseva στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδοτικός, επιβράβευση, ανταμοιβή, ανταμείβοντας, ικανοποιητική, επιβράβευσης