Pehmentää στα ελληνικά
Μετάφραση: pehmentää, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαξιλάρι, κιμάς, ασπίδα, μαλακώνω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- paula στα ελληνικά - παγίδα, παγιδεύω, βρόχος, snare, βρόγχος, βρόγχο
- peeveli στα ελληνικά - δεκάρα, βλασφημία, καταραμένο, βλασφημίας, γαμώτο
- pehmeä στα ελληνικά - τρυφερός, μαλακός, μαλακό, μαλακή, μαλακά, μαλακών
- pehmeästi στα ελληνικά - απαλά, μαλακά, σιγά, τη μαλακά, σιγανά
Τυχαίες λέξεις
Pehmentää στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαξιλάρι, κιμάς, ασπίδα, μαλακώνω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
Μεταφράσεις: μαξιλάρι, κιμάς, ασπίδα, μαλακώνω, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει