Pidin στα ελληνικά
Μετάφραση: pidin, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρίζα, υποδοχή, αγκύλη, θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Μεταφράσεις
- pidetty στα ελληνικά - λαϊκός, δημοφιλής, χειρός, κρατούμενη, φορητά
- pidike στα ελληνικά - αγκύλη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
- pidot στα ελληνικά - εορτασμός, συμπόσιο, πανδαισία, πανηγύρι, εορτή, ευωχούμαι, γιορτή, ...
- pidäke στα ελληνικά - αναχαιτίζω, καρέ, σταματώ, χαλιναγωγώ, χαλινάρι, χαλινώνω, κράσπεδο, ...
Τυχαίες λέξεις
Pidin στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρίζα, υποδοχή, αγκύλη, θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
Μεταφράσεις: πρίζα, υποδοχή, αγκύλη, θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου