Pureva στα ελληνικά
Μετάφραση: pureva, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκληρός, ανελέητος, μαύρος, μυτερός, αυστηρός, οξυδερκής, αιφνίδιος, κοφτερός, δάγκωμα, το δάγκωμα, δαγκώματος, δαγκώνει, δήγματα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- purema στα ελληνικά - τσίμπημα, δάγκωμα, δαγκώνω, δαγκώσει, δαγκώνουν, δαγκώσουν, να δαγκώσει
- pureskella στα ελληνικά - σαγόνι, μασώ, μάσημα, μασάτε, μασούν, μασήσει, μασήσουν
- puristaa στα ελληνικά - συστέλλομαι, σφίγγω, συμβόλαιο, προσβάλλομαι, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, ...
- puristaminen στα ελληνικά - πίεση, πρεσάρω, πιέζω, πάτημα, πιέζοντας, πατώντας, το πάτημα
Τυχαίες λέξεις
Pureva στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκληρός, ανελέητος, μαύρος, μυτερός, αυστηρός, οξυδερκής, αιφνίδιος, κοφτερός, δάγκωμα, το δάγκωμα, δαγκώματος, δαγκώνει, δήγματα
Μεταφράσεις: σκληρός, ανελέητος, μαύρος, μυτερός, αυστηρός, οξυδερκής, αιφνίδιος, κοφτερός, δάγκωμα, το δάγκωμα, δαγκώματος, δαγκώνει, δήγματα