Puro στα ελληνικά
Μετάφραση: puro, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυάκι, ρέω, κυλώ, ρεύμα, ποταμάκι, Creek, κολπίσκο, κολπίσκος
Μεταφράσεις
- purku στα ελληνικά - κατεδάφιση, κατεδάφισης, κατεδαφίσεων, κατεδαφίσεις, την κατεδάφιση
- purnukka στα ελληνικά - μπορώ, κουτί, κανάτα, δοχείο, γυάλα, βάζο, βάζου
- purppura στα ελληνικά - μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού
- purra στα ελληνικά - δαγκώνω, δάγκωμα, τσιμπώ, φλας, τσίμπημα, μασώ, αναλαμπή, ...
Τυχαίες λέξεις
Puro στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυάκι, ρέω, κυλώ, ρεύμα, ποταμάκι, Creek, κολπίσκο, κολπίσκος
Μεταφράσεις: ρυάκι, ρέω, κυλώ, ρεύμα, ποταμάκι, Creek, κολπίσκο, κολπίσκος