Raivo στα ελληνικά
Μετάφραση: raivo, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οργή, φουντώνω, λύσσα, μανία, λυσσομανώ, τρέλα, οργής, την οργή, η οργή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ajattelematon στα ελληνικά - απρόσεκτος, παράτολμος, ατάσθαλος, εξάνθημα, απερίσκεπτος, ανυπολόγιστος, απερίσκεπτα, ...
- binomi στα ελληνικά - διωνυμικός, διώνυμος, δυωνυμική, δυωνυμικού, δυωνυμικής
- maanlaajuinen στα ελληνικά - σε εθνικό επίπεδο, εθνικό επίπεδο, σε εθνικό, πανελλαδικά, εθνικό
- nahka στα ελληνικά - γδέρνω, κόβω, κρύβω, δερμάτινος, δέρμα, έπεσα, κρύβομαι, ...
Τυχαίες λέξεις
Raivo στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οργή, φουντώνω, λύσσα, μανία, λυσσομανώ, τρέλα, οργής, την οργή, η οργή
Μεταφράσεις: οργή, φουντώνω, λύσσα, μανία, λυσσομανώ, τρέλα, οργής, την οργή, η οργή