Seksuaalisuus στα ελληνικά

Μετάφραση: seksuaalisuus, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γένος, σεξ, φύλο, σεξουαλικότητα, έρωτας, σεξουαλικότητας, τη σεξουαλικότητα, σεξουαλικότητά, η σεξουαλικότητα
Seksuaalisuus στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • infektio στα ελληνικά - μόλυνση, λοίμωξη, μόλυνσης, λοίμωξης, μολύνσεως
  • karmia στα ελληνικά - ράσπα, το πλαίσιο, ο σκελετός, του πλαισίου, το πλαίσιο του
  • pappi στα ελληνικά - υπουργός, θεσπέσιος, εφημέριος, θεϊκός, ιερέας, παπάς, ιερεύς, ...
  • pitää στα ελληνικά - βρίσκω, ανεύρεση, σφίγγω, κρατώ, αρπάζω, κατακρατώ, έχω, ...
Τυχαίες λέξεις
Seksuaalisuus στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γένος, σεξ, φύλο, σεξουαλικότητα, έρωτας, σεξουαλικότητας, τη σεξουαλικότητα, σεξουαλικότητά, η σεξουαλικότητα