Suu στα ελληνικά

Μετάφραση: suu, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οπή, στόμιο, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό
Suu στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asianlaita στα ελληνικά - θέση, κατάσταση, περίπτωση, υπόθεση, προκειμένω, την περίπτωση, περίπτωση που
  • kankeus στα ελληνικά - ακαμψία, δυσκαμψία, ακαμψίας, δυσκαμψίας, σκληρότητα
  • nähtävyys στα ελληνικά - όραση, έλξη, έλξης, αξιοθέατο, το αξιοθέατο, προσέλκυση
Τυχαίες λέξεις
Suu στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οπή, στόμιο, στόμα, το στόμα, πυρετού, στόματος, πυρετό