Στόμα στα φινλανδικά

Μετάφραση: στόμα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nielu, kita, haastaa, puhua, suu, suun, suuhun, suussa, sorkkataudin
Στόμα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στόμα

στόμα του λύκου, στόμα με στόμα, στόμα ραψε, στόμα στεγνό, στόμα γεμάτο χώμα, στόμα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, στόμα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • στόκος στα φινλανδικά - kitti, putty, täyte, kitin
  • στόλος στα φινλανδικά - kiitää, häipyä, kadota, nopea, väistyä, pyyhältää, laivasto, ...
  • στόμιο στα φινλανδικά - puhua, kita, suu, haastaa, nielu, aukko, suun, ...
  • στόχος στα φινλανδικά - ampumataulu, maali, määräasema, kohdistaa, tavoite, päämäärä, tarkoitus, ...
Τυχαίες λέξεις
Στόμα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: nielu, kita, haastaa, puhua, suu, suun, suuhun, suussa, sorkkataudin