Tarkoitusperä στα ελληνικά

Μετάφραση: tarkoitusperä, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόθεση, προαίρεση, σκοπός, αντικειμενικός, για, να, σε, για να, στην
Tarkoitusperä στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aloittaa στα ελληνικά - αρχίζω, εγκαινιάζω, ξεκίνημα, αρχή, ξεκινώ, εκκίνηση, έναρξη, ...
  • klassillinen στα ελληνικά - κλασσικός, κλασσικό, Κλασική, Κλασσική, Κλασσική Μουσική, Κλασικών
  • kristalli στα ελληνικά - κρύσταλλος, κρύσταλλο, κρυστάλλινα, κρυστάλλου, κρυστάλλων, κρυσταλλική
  • kuitumainen στα ελληνικά - ινώδης, ινώδη, ινώδους, ινώδες, ινώδεις
Τυχαίες λέξεις
Tarkoitusperä στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόθεση, προαίρεση, σκοπός, αντικειμενικός, για, να, σε, για να, στην