Todellinen στα ελληνικά
Μετάφραση: todellinen, Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
φινλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απτός, κυριολεκτικός, γνήσιος, αυθεντικός, αληθινός, πραγματικός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diplomi στα ελληνικά - πιστοποιητικό, δίπλωμα, διπλώματος, πτυχίο, πτυχίου, δίπλωμα που
- kunnari στα ελληνικά - συμφωνώ, καταμετρώ, εγχώριο τρέξιμο, σπίτι τρέχει, εγχώριου τρεξίματος, σπίτι που οργανώθηκε, τρέχει σπίτι
- loppulause στα ελληνικά - συμπέρασμα, αποφασιστικότητα, λήξη, απόφαση, τέλος, η τελική, το τελικό, ...
- pilleri στα ελληνικά - χάπι, χαπιού, χαπιών, το χάπι, χάπια
Τυχαίες λέξεις
Todellinen στα ελληνικά - Λεξικό: φινλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απτός, κυριολεκτικός, γνήσιος, αυθεντικός, αληθινός, πραγματικός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού
Μεταφράσεις: απτός, κυριολεκτικός, γνήσιος, αυθεντικός, αληθινός, πραγματικός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, πραγματικού